Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Οι Λυκάνθρωποι & ο αστέρας Σείριος


Η εικόνα του μεταλλαγμένου ανθρώπου σε λύκο, ο οποίος τριγυρνά τις νύχτες με πανσέληνο και σκοτώνει, καθοδηγούμενος από την δίψα του για αίμα ανυπεράσπιστα θύματα κι όλα αυτά εξαιτίας των δυνάμεων του σκότους (sic), είναι η «χολυγουντιανή» έκδοση του Λυκάνθρωπου που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στην αρχική σημασία του συμβολισμού.



Στα αρχαία Ελληνικά μυστήρια και ιδίως σ’ εκείνα που είχαν τις ρίζες τους (ή τελούνταν) στην Αρκαδία, Λυκάνθρωποι αποκαλούνταν οι υψηλόβαθμοι μύστες που συμμετείχαν στις ηλιακές τελετές του αστέρα Σείριου, του αστερισμού του Κυνός (Σκύλου).

Σύμφωνα με την αρκαδική παράδοση που μας διασώζει ο Παυσανίας στα «Αρκαδικά» του, ο πρώτος Λυκάνθρωπος ήταν ο Λυκάων, γιος του Πελασγού και βασιλιάς της χώρας που ονομάστηκε από τον εγγονό του Αρκάδα σε Αρκαδία:

«…ο Λυκάων όμως έφερε πάνω στο βωμό του λύκαιου Δία ανθρώπινο βρέφος και θυσίασε το βρέφος για να βρέξει το βωμό με το αίμα. Λένε πως ο ίδιος ευθύς μετά την θυσία έγινε λύκος. προσωπικά δέχομαι ως αληθινή την παράδοση αυτή, γιατί υπάρχει από παλαιά στους αρκάδες και γιατί επί πλέον είναι εύλογη (…) Σ’ όλες τις εποχές συμβαίνει πολλά που πραγματικά έγιναν κι άλλα που ακόμα και τώρα γίνονται να τα κάνουν απίστευτα στους πολλούς εκείνοι που γύρω από ένα πυρήνα αληθείας δημιουργούν περίβλημα ψεύτικο. λένε δηλαδή πως μετά τον Λυκάονα πάντοτε όποιος θυσιάσει για τον λύκαιο Δία γίνεται λύκος, αλλά όχι για όλη του την ζωή. αν το καιρό που είναι λύκος δεν φάει ανθρώπινο κρέας, ξαναγίνεται άνθρωπος κατά το δέκατο έτος, άν όμως φάει, μένει για πάντα θηρίο» (Παυσανίας, «Αρκαδικά», VIII, 2, 3-3, 1).

Τα στοιχεία που μας δίνονται μέχρι στιγμής από το απόσπασμα αυτό είναι δύο: α) ότι μαρτυρείται ανθρωποθυσία σε προϊστορική εποχή, και β) ο τελών την θυσία αυτή βασιλιάς Λυκάων, τιμωρείται για την ύβρη του απέναντι στον Δία και μεταμορφώνεται σε λύκο. Βεβαίως, το ότι όλα συμβαίνουν κατά την διάρκεια τελετής από έναν βασιλέα αρχιερέα είναι το στοιχείο που μας αποκαλύπτει την μυητική διάσταση του πράγματος.

Έύλογα, όμως είναι και τα ερωτήματα που προκύπτουν: Γιατί, δηλαδή, ο ιερουργός – μύστης μεταμορφώνεται συγκεκριμένα σε λύκο (κι όχι σε κάποιο άλλο αγρίμι) και μάλιστα ύστερα από προσφορά που γίνεται επί του βωμού του λυκαίου Δία από ένα βασιλιά που ονομάζεται Λυκάων; Το συνθετικό «λυκ»που εμφανίζεται κυρίαρχο στην εξέλιξη του μύθου μέσα από ονόματα και επίθετα (και μόνο τυχαίο δεν είναι) ποια πληροφορία μας κωδικοποιεί;

Ας τα πάρουμε τα πράγματα, λοιπόν, με την σειρά. Ενώ βλέπουμε ότι σύμφωνα με την παράδοση η θυσία του βρέφους είναι αυτή που προκαλεί την μεταμόρφωση σε λύκο, στην συνέχεια αναφέρεται ότι αυτό μπορεί να συμβεί στον οποιοδήποτε που θα θυσιάσει στον λύκαιο Δία, χωρίς βεβαίως να είναι ανάγκη να θυσιαστεί βρέφος, δηλαδή άνθρωπος.

Για την ακρίβεια, ο τελετουργικός φόνος ανθρώπου είναι αδιανόητος όπως προκύπτει και από το κείμενο, αφού σε άλλο σημείο ο Παυσανίας γράφει ότι ο σύγχρονος του Λυκάωνα, Κέκροπας, θέσπισε να προσφέρονται στον ίδιο θεό ως θυσία γλυκίσματα «που τα ονομάζουν πελάνους» και απαγόρεψε την θυσία εμβίων όντων. Αμφότεροι οι δύο βασιλείς κατά τον Παυσανία, επιθυμούσαν δε να θεσπίσουν τους σωστότερους τρόπους για να λατρεύονται οι θεοί.

Άρα, η αναφορά σε θυσία ανθρώπου και μάλιστα βρέφους εφ’ όσον ήταν αδιανόητη για τους λάτρεις του Διός όπως μαρτυρά και ο Πλούταρχος στα «Ηθικά» και συγκεκριμένα στο σύγγραμα «Περί Δεισιδαιμονίας», προφανώς αποτελούσε την τρομερή φήμη που κρατούσε μακρυά τους βέβηλους από τις μυστηριώδης τελετές των «Λύκων της Αρκαδίας».

Η όλη ιστορία της ανθρωποθυσίας πρέπει να έχει τις ρίζες της στην εποχή που ο Κρόνος ήταν οικουμενικός άρχοντας αφού, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η Κρόνια λατρεία ήταν εκείνη που απαιτούσε ανθρωποθυσίες. Μάλιστα τόσο από τον Πλούταχο όσο και από τον Απίωνα πληροφορούμαστε ότι ανθρωποθυσίες τελούσαν οι Φοίνικες και οι Ιουδαίοι, μάλιστα οι λαοί αυτοί λάτρευαν τον Κρόνο, τον Τυφώνα (Σέτ ή Σεθ) και τους υπόλοιπους Τιτάνες, αντίθετα με τους Έλληνες που απέδιδαν τιμές τους Ολύμπιους.

Είπαμε, λοιπόν, ότι το μυστικό κρύβεται στο συνθετικό «λυκ». Ανατρέχοντας στο λεξικό «Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Ι. Σταματάκου», και στο λήμα «ΛΥ΄ΚΗ», διαβάζουμε:

«ΛΥΚΗ (=φως), απηρχαιωμένη λέξις, εξ ης τα: λυκάβας, λυκόφως, λύχνος, λύγδος λευκός, λατ. Luceo, luna (luc-na), lux κλπ. ».

Βλέπουμε, ότι η σημασία του «λυκ» είναι εκείνη του φωτός και μάλιστα του ηλιακού ή αστρικού. Έτσι, ο αστέρας Σείριος που ονομαζόταν και Εωσφόρος στα λατινικά θα πάρει το όνομα «Lucifer» για να καταλήξει να θεωρείται από τους Χριστιανούς ο «έκπτωτος Άγγελος» που αντιμάχεται τον Θεό.


Βεβαίως, τώρα μπορούμε να αρχίσουμε σιγά σιγά να αποκωδικοποιούμε τους αρκαδικούς συμβολισμούς. Έτσι, ο Λυκάνθρωπος σημαίνει και ο «φωτεινός άνθρωπος», εκείνος που φέρει την μύηση του αστέρα Σείριου. 

Ως σύμβολο, υιοθετείται ο άγριος σκύλος, ο λύκος. Ας μην λησμονούμε εξάλλου ότι ο Σείριος ήταν ο σκύλος του Ωρίωνα όπως μαρτυρεί και ο Όμηρος:«εκείνον που κύνα του Ωρίωνος αποκαλούν» (Όμηρος, Ιλιάς, Ραψωδία Χ, στίχος 30). Αλλά και η ονομασία Αρκαδία, καθόλου τυχαία δεν είναι. Το συνθετικό «αρκ» στα σανσκριτικά έχει την σημασία του «φωτεινού, του φέροντος το φως του ηλίου».

Το «αρκ» γίνεται και «αργ», ρίζα στις λέξεις άργυρος, αργοναύτες, Αργώ, Άργος κ.α. Ο άργυρος έχει απόλυτη σχέση με τον Σείριο διότι το χρώμα του αστέρα αυτού είναι το αργυρό, λευκό. Όμως, όπως μας πληροφορεί το λεξικό «Σταματάκου» η λέξη «λευκός» παράγεται από το «λύκη». 

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η παράδοση αυτή είναι ένας κύκλος κωδικοποιημένων εννοιών που μόνο μέσα από την ελληνική γλώσσα και την αστρονομία μπορούμε να συμπληρώσουμε το «παζλ».

Γιατί, όμως, ο Σείριος έχει ως σύμβολο του τον σκύλο και γιατί ονομάστηκε Αστερισμός του Μεγάλου Κυνός; Την απάντηση δίνει ο αρχιερέας των Δελφών Πλούταρχος στο γνωστό έργο του «Περί Ίσιδος και Οσίριδος»:

«… έχει ο Άνουβις τέτοια δύναμη όση η Εκάτη στους Έλληνες… (…) Για τούτο, καθώς γεννά τα πάντα από μόνος του και κυοφορεί (κύων) επονομάζεται σκύλος (κύων)» (368 E&F).

Ενώ μερικές αράδες παρακάτω, ο Πλούταρχος επαναλαμβάνει:

«Το όνομα τούτο σημαίνει την εγκυμοσύνη ή την κυοφορία. Για τούτο με παραφθορά του ονόματος «κύων» ονόμασαν το άστρο που θεωρούσαν χαρακτηριστικό της Ίσιδος» (375 D).

Ο Πλούταρχος εξηγεί ότι ο κώδικας έχει να κάνει με παρετυμολογία της λέξης «κύων», αφού ο ίδιος θεωρεί τον Σείριο μία ουράνια μήτρα, μία παρθένα Μεγάλη Θεά που κυοφορεί από μόνη της και οι Αιγύπτιοι έβλεπαν στο πρόσωπο της την Ίσιδα οι δε Έλληνες την Αθηνά. Γι’ αυτό τον λόγο εξάλλου, στον Παρθενώνα της Αθήνας στις 24 Ιουλίου, ημερομηνία όπου εορταζόταν η γέννηση της θεάς Αθηνάς, ο Σείριος ευθυγραμμίζεται με τον σηκό του ναού.

Στην Αρκαδία όπου οι αρχαίες παραδόσεις διατηρούνταν στο ακέραιο, οι μύστες προφανώς έφεραν τομάρια λύκων συμβολικά για να τονίσουν την ηλιακή σημασία των τελετών που πρωτοστατούσαν. 

Οι αμύητοι τους έβλεπαν ως ανθρώπους – λύκους αγνοώντας φυσικά την ουσιαστική σημασία της αμφίεσης τους. Όπως και ο ιεροφάντης της Ελευσίνας φορούσε τομάρι Κριού, διότι ο Κριός ήταν ένα άλλο ηλιακό σύμβολο κατά την ζωδιακή εποχή του οποίου, ο Ήλιος ήταν στον Κριό. Αναλόγως παλαιότερα, κατά την αστρολογική εποχή του Ταύρου έχουμε τον αρχιερέα Μινώταυρο που μυεί εντός του λαβυρίνθου της Κνωσσού.


Επίσης, σημαντική είναι η εμπλοκή στην όλη ιστορία του Ανούβεως και της Εκάτης που σε πολλές παραστάσεις ήταν σκυλόμορφη. Ο Άνουβις δε ήταν ο κατεξοχήν σκυλόμορφος θεός των Αιγυπτίων. Η αιγυπτιακή θρησκεία, όμως, σύμφωνα με τον Πλούταρχο στο «Περί Ίσιδος και Οσίριδος» ήταν ελληνικής καταγωγής, πράγμα που ομολογεί και ο Ορφέας στα «Αργοναυτικά» του όπου ισχυρίζεται ότι εκείνος δίδαξε τα ιερά μυστήρια στους Αιγυπτίους.

Έτσι, αντιλαμβανόμαστε ότι η σειριακή αιγυπτιακή θρησκεία εδώθη στους Αιγυπτίους από τους προκατακλυσμιαίους Έλληνες, πράγμα που προκύπτει και από τον «Τίμαιο» του Πλάτωνα, από τα «Αιγυπτιακά» του Μανέθωνος αλλά και από τον Διόδωρο τον Σικελιώτη.

Η επιβεβαίωση για την σχέση Σείριου και Κυνοκέφαλων μας δίνεται όμως, στο παρακάτω απόσπασμα από την «Αληθινή Ιστορία» του Λουκιανού, εκεί που περιγράφει τα στρατεύματα των συμμάχων του Ήλιου:

«Κοντά τους ήσαν οι Κυνοβάλανοι, που τους στείλανε στον Φαέθωνα οι κάτοικοι του Σείριου, κι’ ήσαν κι’ αυτοί πέντε χιλιάδες άντρες σκυλομούρηδες, που πολεμούσαν καθισμένοι επάνω σε φτερωτά βελανίδια» (Λουκιανός, «Αληθινή Ιστορία», Α 83).

Από την άλλη ο Ηρόδοτος αναφέρει μία φυλή Σκυθών, τους Νευρούς οι οποίοι είχαν ανάλογες τελετές:

«Αυτοί είναι ίσως οι Νευροί που είναι μάγοι και αυτό γιατί και οι Σκύθες και οι Έλληνες που ζουν στη Σκυθία λένε ότι μία φορά τον χρόνο, κάθε Νευρός γίνεται λύκος και αφού παραμένει έτσι για λίγες μέρες, επιστρέφει στην αρχική του μορφή». («Μελπομένη», Βιβλίο Δ΄, 105).

Η διευκρίνηση του Ηροδότου ότι οι Νευροί ήταν μάγοι, μας κάνει να υποψιαστούμε ότι μάλλον αποτελούσαν ιερατική κάστα που γνώριζε και διατηρούσε μέσα από ανάλογο τελετουργικό, την ίδια μυητική παράδοση.
Άγιος Χριστόφορος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Άγιος Χριστοφόρος αποτελεί όνομα επτά Αγίων της Ορθόδοξης, ενώ 6 (εκ των 7) της Καθολικής Εκκλησίας οι οποίοι και είναι:
Άγιος Χριστοφόρος που τιμάται κατ΄ έτος στις 5 Ιουνίου.
Άγιος Χριστοφόρος, τιμάται κατ΄ έτος στις 9 Νοεμβρίου.
Άγιος Χριστοφόρος, τιμάται στις 19 Νοεμβρίου.
Άγιος Χριστοφόρος, τιμάται στις 22 Νοεμβρίου.
Άγιος Χριστοφόρος, τιμάται στις 24 Νοεμβρίου.
Άγιος Χριστοφόρος τιμάται στις 20 Απριλίου και ο
Άγιος Χριστοφόρος ο Μεγαλομάρτυς ή επίμαχος που τιμάται στις 9 Μαΐου.

Για τους πρώτους πέντε εξ αυτών δεν είναι γνωστό που και πότε μαρτύρησαν. Γνωστοί είναι μόνο οι βίοι που τιμώνται στις 20 Απριλίου και στις 9 Μαΐου του τελευταίου ως «Αγίου Χριστοφόρου του επιμάχου».

Η παράδοση λέει πως έζησε και μαρτύρησε στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Δεκίου (Gaius Messius Quintus Decius, 249-251 μ.Χ.). Στη διάρκεια ενός πολέμου συνελήφθη αιχμάλωτος μαζί με άλλους στρατιώτες και μεταφέρθηκε στην Αντιόχεια όπου βαπτίστηκε από τον εκεί επίσκοπο, ιερομάρτυρα Βαβύλα. Πήρε τότε το όνομα Xριστόφορος (ή Χριστοφόρος) εγκαταλείποντας το προηγούμενο όνομά του που ήταν Ρέπροβος.

Λέγεται ότι η αφορμή για τον αποκεφαλισμό του (το έτος 250 μ.Χ.) ήταν η μεταστροφή στον χριστιανισμό από το κήρυγμα του αγίου, δύο γυναικών ελευθέρων ηθών, της Καλλίνικης και της Ακυλίνας, αλλά και Ρωμαίων στρατιωτών.



Ο Άγιος Χριστοφόρος ως κυνοκέφαλος, φορητή εικόνα στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών

Ο Άγιος Χριστοφόρος περιγράφεται και εικονίζεται πολλές φορές και ως κυνοκέφαλος (δείτε και: Άγιος Σκύλος Αντρωνίου), προφανώς λόγω της σύνδεσής του με το έθνος των Σκυλοκεφάλων. 

Για τους κυνοκέφαλους, ανθρώπους δηλαδή με κεφάλι σκύλου, κάνουν λόγο και οι Ηρόδοτος και Ησίοδος. Παρόμοιος θρύλος υπήρχε και στην Ασία, αφού συναντάται σε κινεζικά κείμενα του 6ου αιώνα. 

Οι φήμες περί σκυλοκέφαλων ή κυνοκέφαλων μάλλον οφείλεται στις περιορισμένες γνώσεις που υπήρχαν για τις περιοχές της Ασίας. 

Ο Στράβωνας στα γεωγραφικά του κάνοντας σχόλιο για τις τερατολογίες των παλαιοτέρων του, αναφέρει τους μεγαλοκέφαλους του Ησίοδου, τους στεγανόποδες του Αλκμάν, τους μονόφθαλμους και κυνοκέφαλους του Αισχύλου. Αργότερα και ο Κλαύδιος Πτολεμαίος κάνει λόγο για κυνοκέφαλους και μονόποδες.

Κατά την παράδοση του ελληνικού λαού ο άγιος Χριστοφόρος θεωρείται προστάτης των χωραφιών και των αμπελιών από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες και ιδιαίτερα από την πτώση χαλαζιού. Στους νεώτερους χρόνους, άρχισε να θεωρείται προστάτης των αυτοκινητιστών, των οδοιπόρων και του Σώματος Εφοδιασμού-Μεταφορών του Στρατού, ενώ είναι και ο πολιούχος της πόλης του Αγρινίου.


Ο Άγιος Χριστοφόρος παρουσιάζεται σε εικόνες με μορφή γίγαντα να περνά τον Χριστό ως μικρό παιδί στους ώμους του, από την μία όχθη ενός χειμάρρου στην άλλη. Ο μύθος αναφέρει ότι περνούσε τους οδοιπόρους από τον χείμαρρο, αφού δεν υπήρχε γέφυρα και έτσι έγινε προστάτης τους. Όταν πέρασε και τον Χριστό πήρε το όνομα του Χριστόφορος («Χριστόν φέρει»), μια άλλη εκδοχή για την προέλευση του ονόματός του.

Η μνήμη του τιμάται στις 9 Μαΐου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 25 Ιουλίου από την Καθολική. Θεωρείται επίσης άγιος από την Λουθηρανική και την Αγγλικανική εκκλησία.
Share:

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

FACEBOOK